Oι ανισορροπιες ισχυος στις διαπραγματευσεις για την παροχη ανθρωπιστικης βοηθειας στη Συρια

Ανατολικό Χαλέπι, Περιοχή Μασακέν Χανάνο. Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ) και η Συριακή Αραβική Ερυθρά Ημισέληνος αξιολογούν τις συνθήκες ζωής για τους ανθρώπους που αποφασίζουν να επανέλθουν μόλις καταστεί δυνατόν.
Φωτογραφία: ICRC

Συγγραφέας: Μαρία – Ζωή Θεουλάκη | Απρίλιος 2024

Απόφοιτος διεθνών και ευρωπαϊκών σπουδών | LinkedIn

Οι ανθρωπιστικές διαπραγματεύσεις στη συριακή σύγκρουση

Στη συριακή σύγκρουση, οι πολιτικοί και ανθρωπιστικοί χώροι βρίσκονται υπό συνεχή διαπραγμάτευση και επαναδιαπραγμάτευση. Ως εκ τούτου ανθρωπιστικά ζητήματα έχουν εισέλθει στην πολιτικοποιημένη ατζέντα των διαπραγματεύσεων, όπως φαίνεται κατά τη διάρκεια των διαφόρων γύρων διαπραγματεύσεων στη Γενεύη , υπό την ηγεσία του Ειδικού Απεσταλμένου των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) ή κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Όπως είναι ευρέως γνωστό, η Συρία χαρακτηρίζεται από έναν κατακερματισμένο και αμφιλεγόμενο ανθρωπιστικό χώρο, πράγμα που σημαίνει ότι οι παράμετροι της παροχής βοήθειας και της ανθρωπιστικής πρόσβασης συζητούνται έντονα, οδηγώντας σε πόλωση και διχασμούς μεταξύ των φορέων (Clements, 2018). Για παράδειγμα, ορισμένες ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν κατηγορηθεί ότι μεροληπτούν υπέρ του καθεστώτος Άσαντ, συμβάλλοντας στη σταθερότητα και τη νομιμότητα του καθεστώτος. Ένα άλλο λεπτό ζήτημα ήταν ο βαθμός στον οποίο θα πρέπει να επιδιωχθεί η ένταξη διαφορετικών φορέων στις διαπραγματεύσεις. Τα ερωτήματα σχετικά με το ποιος εκπροσωπεί τη νόμιμη συριακή αντιπολίτευση ή σχετικά με τη συμμετοχή των Κούρδων της Συρίας εμπόδισαν από την αρχή τη διαδικασία των ανθρωπιστικών και πολιτικών διαπραγματεύσεων. Επιπλέον, ο τρόπος αντιμετώπισης της τρομοκρατίας και των τρομοκρατικών ομάδων αποτελεί σίγουρα ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα για τους ανθρωπιστικούς φορείς, τόσο για λόγους ασφαλείας όσο και για πολιτικούς λόγους.

Σε αυτό το σημείο είναι εύλογο να διευκρινιστεί πως οι ανθρωπιστικές διαπραγματεύσεις νοούνται ως εξής: “Μια διαδικασία μέσω της οποίας οι ανθρωπιστικοί φορείς επιδιώκουν να εξασφαλίσουν συμφωνία από τα μέρη μιας σύγκρουσης για την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας και προστασίας με βάση ορισμένες αρχές[1]1 σε πολίτες που αντιμετωπίζουν ανθρωπιστική ανάγκη” (Kool & Pospisil & van Voorst, 2021). Ο βαθμός στον οποίο οι ανθρωπιστικές διαπραγματεύσεις θεωρούνται επιτυχείς εξαρτάται, επομένως, από τις αλλαγές που προκαλούν στη συμπεριφορά των ένοπλων ομάδων απέναντι στους αμάχους, το
ανθρωπιστικό προσωπικό και τις εκάστοτε ανθρωπιστικές επιχειρήσεις. Έτσι, η ανθρωπιστική πρόσβαση συνίσταται τόσο στην ικανότητα των ανθρωπιστικών φορέων να προσεγγίζουν τους πληθυσμούς που έχουν ανάγκη όσο και στην ικανότητα των εν λόγω πληθυσμών να κάνουν χρήση της κρίσιμης βοήθειας και των υπηρεσιών που τους παρέχονται.


Οι ανθρωπιστικές διαπραγματεύσεις διαφέρουν από πολλούς άλλους τύπους διαπραγματεύσεων επειδή τα μέρη των διαπραγματεύσεων έχουν διαφορετικά βασικά συμφέροντα: οι ένοπλες ομάδες θέλουν να επιτύχουν ορισμένους πολιτικούς, οικονομικούς ή στρατιωτικούς στόχους και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις θέλουν να προστατεύσουν και να βοηθήσουν όσους έχουν ανάγκη. Νέες έννοιες -όπως αυτή της “ανθρωπιστικής διπλωματίας”- έχουν ως εκ τούτου προκύψει προκειμένου να αποτυπωθεί καλύτερα ο τρόπος με τον οποίο οι ανθρωπιστές εμπλέκονται στις διαπραγματεύσεις, ενώ γίνεται και αναφορά στην
“ανθρωπιστικοποίηση” των πολιτικών διαπραγματεύσεων (Dieckhoff, 2020). Στη συριακή περίπτωση λόγω της ιδιομορφίας της εσωτερικής κατάστασης, μια διπλή διαδικασία πολιτικοποίησης της ανθρωπιστικής δράσης και “ανθρωπιστικοποίησης” των πολιτικών διαπραγματεύσεων βρίσκεται σε εξέλιξη, δημιουργώντας μια σύνθετη αλληλεξάρτηση μεταξύ του ανθρωπιστικού και του πολιτικού χώρου (Dieckhoff,2020). Εντός αυτού του πλαισίου εντοπίζονται πέντε βασικοί παράγοντες που αποτελούν τη βάση της ασυμμετρίας ισχύος ανάμεσα στα δύο μέρη : (1) η ίδια η διαδικασία των ανθρωπιστικών διαπραγματεύσεων, (2) οι ανταγωνιστικές έννοιες της δικαιοσύνης μεταξύτων ανθρωπιστικών φορέων και των ένοπλων ομάδων, (3) τα όρια του διεθνούς δικαίου στη ρύθμιση των συνεχιζόμενων συγκρούσεων, (4) η υπεροχή των πολιτικών σκοπιμοτήτων και τη ςασφάλειας έναντι των ανθρωπιστικών ανησυχιών, και (5) οι αδύναμες εναλλακτικές λύσεις που διαθέτουν οι ανθρωπιστικοί φορείς εκτός της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων (Kool&Pospisil&vanVoorst,2021). Οι ανθρωπιστές εισέρχονται στην πραγματικότητα σε αυτές τις διαπραγματεύσεις από μια θέση αδυναμίας, και αυτό γιατί έχουν μικρή «αξία» να ανταλλάξουν με τα απέναντι μέρη και εκ των πραγμάτων περιορίζονται στη διαπραγματευτική τους στρατηγική από τις ανθρωπιστικές αρχές. Συχνά υιοθετούν “ακατέργαστες και μη εξελιγμένες τεχνικές διαπραγμάτευσης”, βασιζόμενοι σε αρχές του διεθνούς δικαίου που έχουν μικρή βαρύτητα για τους συνομιλητές τους (Kool &Pospisil & van Voorst, 2021). Λόγω αυτής της ασυμμετρίας ισχύος, οι ανθρωπιστικοί φορείς αναγκάζονται τακτικά να παραχωρούν ορισμένα ή όλα τα αιτήματάτους, όπωςη παραίτησηαπό την πρόσβαση σε μια ομάδα αμάχων με αντάλλαγμα την πρόσβαση σε μια άλλη ή η υποταγή σε πιέσεις για την παροχή βοήθειας που είναι στρατηγικά επωφελής για ορισμένες ένοπλες ομάδες. Τέτοιες διαπραγματεύσεις καταλήγουν συχνά σε μη ιδανικές, συμβιβαστικές συμφωνίες για τους ανθρωπιστικούς φορείς, οι οποίες μπορεί να θέσουν σε κίνδυνο ακόμη και τις ίδιες τις αρχές στις οποίες βασίζεται η ανθρωπιστική δράση(Clements,2018).


Διπλωματικές Στρατηγικές επί του πεδίου


Οι προσπάθειες διαμεσολάβησης στη Συρία από το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου το 2011, όσο και η ευθραυστότητα της προόδου στη περιοχή καταδεικνύει τους περιορισμούς της διαμεσολάβησης. Τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι η αποτυχία της διαμεσολάβησης στη Συρία είναι εν μέρει αποτέλεσμα της στρατηγικής διαμεσολάβησης, αλλά, κυρίως, συνέπεια της πολυπλοκότητας και της δυσεπίλυτης φύσης του ευρύτερου πλαισίου διαμεσολάβησης. Ένας άλλος παράγοντας που συνέχισε να υπονομεύει την αποτελεσματικότητα των προσπαθειών διαμεσολάβησης ήταν η επίμονη διεθνής διχόνοια όσον αφορά
την πολιτική για τη Συρία. Επανειλημμένα, η αδυναμία των ΗΠΑ και της Ρωσίας να ενωθούν γύρω από μια κοινή προσέγγιση για τη Συρία υπονόμευσε τις προσπάθειες διαμεσολάβησης του ΟΗΕ (Lundgren,2016).

Η ασυμμετρία ισχύος στο διαπραγματευτικό πλαίσιο με τις ένοπλες ομάδες

Όπως διαπιστώθηκε ανωτέρω, οι μηχανισμοί συμμόρφωσης και επιβολής του ανθρωπιστικού δικαίου είναι αδύναμοι, ιδίως για τις ένοπλες ομάδες που δρουν σε αυτές τις περιοχές. Ωστόσο, οι ανθρωπιστές έχουν τακτικά επιτυχία στο να πείθουν τις ένοπλες ομάδες ότι είναι προς το συμφέρον τους να τηρούν το διεθνές δίκαιο και, κατά συνέπεια, να διευκολύνουν την πρόσβαση. Ορισμένοι από τους τρόπους με τους οποίους οι ανθρωπιστές χρησιμοποιούν την πειθώ στις ανθρωπιστικές διαπραγματεύσεις περιλαμβάνουν μια προσεκτική ισορροπία ηθικών ή θρησκευτικών, νομικών ή προληπτικών επιχειρημάτων, καθώς και
επιχειρημάτων αμοιβαιότητας, χρησιμοποιώντας την κατάλληλη ορολογία για το πλαίσιο και τους συνομιλητές τους (Clements, 2018). Ανθρωπιστικές διαπραγματεύσεις, για παράδειγμα, που ήταν επιτυχείς έκαναν έκκληση στην εξάρτησή των ένοπλων δυνάμεων από τη λαϊκή υποστήριξη, η οποία συνδέεται αλλά και μερικές φορές εξαρτάται από τη χορήγηση βοήθειας. Ένα πολύ ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί και η εφαρμογή αρχών από τη θεωρία του μάρκετινγκ, καθώς ο Clements ισχυρίζεται ότι “η δύναμη των ανθρωπιστικών εμπορικών σημάτων είναι κεντρική για την προώθηση της αξίας των ανθρωπιστικών κανόνων όσο και για τη μετάδοση συνεπών ανθρωπιστικών μηνυμάτων σε κάθε σημείο επαφής”. Γίνεται αντιληπτή, έτσι, η σημασία ενσωμάτωσης της ανθρωπιστικής ρητορικής και κατά συνέπεια «μάρκας» στις εν λόγω διαπραγματεύσεις ως αφετηρία επιτυχίας.


Προκλήσεις Πρόσβασης & Εργαλειοποίηση


Η απόκτηση πρόσβασης και η προστασία των αμάχων που πλήττονται από ένοπλες συγκρούσεις είναι από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα οι ανθρωπιστικοί φορείς. Σύμφωνα με εκθέσεις του ΟΗΕ, το 95% των ατόμων που έχουν ανάγκη σωτήριας βοήθειας σε δυσπρόσιτες και πολιορκημένες περιοχές της Συρίας δεν έχουν προσεγγιστεί. (Meininghaus & Kühn, 2018). Η γενικότερη ανταπόκριση της ανθρωπιστικής βοήθειας στη Συρία δείχνει συνεχείς παραβιάσεις των ανθρωπιστικών αρχών της αμεροληψίας, της ουδετερότητας και της ανεξαρτησίας από ένοπλους φορείς, συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος από το 2011. Τα προηγούμενα διλήμματα γύρω από την ανθρωπιστική βοήθεια επεκτείνονται στο ζήτημα της
χορήγησης περαιτέρω εξωτερικής βοήθειας για την έγκαιρη ανάκαμψη, τη σταθεροποίηση και την ανοικοδόμηση με κύρια απορία: αν είναι κάποια βοήθεια για τους αμάχους καλύτερη από τη μηδενική, ακόμη και αν ενθαρρύνει το εκάστοτε καθεστώς. Αυτοί οι συμβιβασμοί υποδεικνύουν διάφορες τάσεις που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη με μεγάλη προσοχή όταν συζητούνται ανθρωπιστικές παραδόσεις βοήθειας. Και τούτο διότι με την παραχώρηση στο συριακό καθεστώς του δικαιώματος εκτεταμένης παρέμβασης στην ανθρωπιστική βοήθεια (από τις αξιολογήσεις έως τις παραδόσεις), σημαντικά τμήματα του συριακού πληθυσμού έχουν βρεθεί σταθερά σε μειονεκτική θέση(Meininghaus&Kühn,2018). Συχνά παρατηρείται, άλλωστε, εργαλειοποίηση της πρόσβασης μέσω της στοχευμένης καταστροφής π.χ. νοσοκομείων σε περιοχές που ελέγχονται από την αντιπολίτευση σε περιόδους υψηλών πολεμικών αναγκών στο πλαίσιο εκβιαστικών στρατηγικών υπό εξαιρετικά πολιτικοποιημένους καθεστωτικούς όρους, ως μέσο άσκησης πίεσης για την πραγμάτωση των σκοπιμοτήτων των ένοπλων δυνάμεων. (Hall & Todmann, 2021). Αυτή καθαυτή η απειλή παρακράτησης της βοήθειας συνοδέυεται συχνά με απειλές κατά
των ανθρωπιστικών φορέων που έχουν ως αποτέλεσμα την αναστολή των επιχειρήσεων. Η συριακή σύγκρουση κατέδειξε, έτσι, τους περιορισμούς του ΟΗΕ τόσο ως ανθρωπιστικού όσο και ως πολιτικού φορέα, καθώς δημιουργήθηκαν ζητήματα όπως η εξάρτηση από τις αλυσίδες εφοδιασμού του ΟΗΕ και η απώλεια εναλλακτικών λύσεωνόταν εμποδίζεταιη πρόσβασητου(Hall&Todmann,2021).

Η διαπραγμάτευση για τον ανθρωπιστικό χώρο, επομένως, θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τον φυσικό χώρο στον οποίο δραστηριοποιούνται οι ανθρωπιστές, όπως οι προσφυγικοί καταυλισμοί, τα ασφαλή καταφύγια και οι ανθρωπιστικοί διάδρομοι, όσο και τον εννοιολογικό χώρο που διασφαλίζει το δικαίωμα των ανθρωπιστών να δραστηριοποιούνται χωρίς τον φόβο επίθεσης (Kool&Pospisil&vanVoorst,2021).


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ


Εν κατακλείδι, οι διαπραγματεύσεις για την ανθρωπιστική βοήθεια στη Συρία είναι γεμάτες πολυπλοκότητες και ανισορροπίες ισχύος. Οι ανθρωπιστικοί φορείς βρίσκονται συχνά σε θέση αδυναμίας να διαπραγματεύονται, περιοριζόμενοι από τις πολιτικές ατζέντες και τα συμφέροντα των ένοπλων ομάδων. Επιπλέον, προκλήσεις όπως η περιορισμένη πρόσβαση στους πληγέντες πληθυσμούς και η εργαλειοποίηση της βοήθειας επιδεινώνουν περαιτέρω την ανθρωπιστική κρίση. Ωστόσο, το πρωταρχικό
επίτευγμα αυτών των προσπαθειών διαμεσολάβησης είναι ξεκάθαρα διαδικαστικό: μπροστά σε ένα πολύ αφιλόξενο πλαίσιο διαμεσολάβησης, οι εν λόγω διαμεσολαβητές κράτησαν τη διαδικασία ζωντανή (Lundgren,2016). Παρά τις προκλήσεις αυτές, υπάρχουν δρόμοι για πρόοδο, μέσω προσεκτικών στρατηγικών διαπραγμάτευσης και της προώθησης των ανθρωπιστικών κανόνων. Προχωρώντας προς τα εμπρός, η αντιμετώπιση των ανισορροπιών ισχύος και η προτεραιότητα στην προστασία των αμάχων είναι ζωτικής σημασίας. Και τούτο διότι, μόνο με συλλογική δράση και δέσμευση στις ανθρωπιστικές αξίες μπορεί να
σημειωθεί πρόοδος προς την ανακούφιση των δεινών του συριακού λαού.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Clements, A. J. (2018). Overcoming Power Asymmetry in Humanitarian Negotiations
with Armed Groups. International Negotiation, 23(3), 367-393.
https://doi.org/10.1163/15718069-23031136


Dieckhoff, M. (2020). Reconsidering the humanitarian space: Complex
interdependence between humanitarian and peace negotiations in Syria. Contemporary
Security Policy, 1–23. doi:10.1080/13523260.2020.1773025


Hall N & Todmann W. (2021). Lessons Learned from a Decade of Humanitarian
Operations in Syria. CSIS BRIEFS, April, Center for Strategic and International Studies (CSIS).


Kool, L. D., Pospisil, J., & van Voorst, R. (2021). Managing the humanitarian micro-space:
the practices of relief access in Syria. Third World Quarterly, 42(7), 1489–1506.
doi:10.1080/01436597.2021.1896359


Lundgren, M. (2016). Mediation in Syria: initiatives, strategies, and obstacles, 2011–2016.
Contemporary Security Policy, 37(2), 273–288. doi:10.1080/13523260.2016.1192377


Meininghaus E. & Kühn M. (2018) SYRIA: HUMANITARIAN ACCESS DILEMMAS. Policy Brief,
Bonn International Center for Conversion

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Scroll to Top